Παραγωγή: | Finos Film |
Α' Προβολή: | 3 Δεκεμβρίου 1962 |
Κατηγορία: | Δραματική |
Είδος: | Αισθηματική |
Σκηνοθεσία: | Ντίνος Δημόπουλος |
Σενάριο: | Βαγγέλης Γκούφας |
Ηθοποιοί: | Αλίκη Βουγιουκλάκη, Νίκος Κούρκουλος, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Ελένη Ζαφειρίου, Μαργαρίτα Λαμπρινού, Σμάρω Στεφανίδου, Κώστας Γεννατάς, Γιώργος Τσιτσόπουλος, Νίνα Σταρένιου, Λάμπρος Κοτσίρης, Δέσποινα Στυλιανοπούλου, Δέσποινα Νικολαΐδου, Νίκος Πασχαλίδης, Γιώργος Νέζος, Λίλιαν Σουρτζή, Θόδωρος Έξαρχος, Ελένη Πάντζα, Άγγελος Γιαννούλης, Χριστόφορος Ζήκας, Αθανασία Μουστάκα, Μήτσος Λυγίζος, Κώστας Ναός, Σαπφώ Νοταρά, Ζωή Φυτούση, Τζόλυ Γαρμπή, Λίλη Παπαγιάννη, Αλίκη Ζωγράφου, Νότης Περγιάλης, Δήμος Σταρένιος |
Μουσική: | Σταύρος Ξαρχάκος |
Φωτογραφία: | Αριστείδης Καρύδης-Φουκς |
Σκηνογραφία: | Μάρκος Ζέρβας |
Μοντάζ: | Αριστείδης Καρύδης-Φουκς |
Μακιγιάζ: | Σταύρος Κελεσίδης, Μπέλλα Παπαπέτρου |
Τραγούδι: | Ζωή Φυτούση |
Εισιτήρια: | 76.395 |
Διάρκεια: | 84' |
Η Μαρίνα ζει μίζερα σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά, μαζί με τη μητέρα και την αδερφή της. Ονειρεύεται ένα μεγάλο ταξίδι, μαζί με τον τρελό της γειτονιάς, που θα την κάνει να ξεφύγει από τη φτώχεια και τη μετριότητα και θα την βοηθήσει να ανοίξει τα φτερά της. Μια μέρα, γνωρίζει τον Στέφανο, που βρίσκεται σε διάσταση από τη γυναίκα του, και ερωτεύονται. Μέχρι την στιγμή, που η πρώην γυναίκα του, γεμάτη ζήλια, θα μπει ανάμεσά τους, με στόχο να τους διαλύσει.
Αν και η Αλίκη προσπάθησε να διευρύνει το ρεπερτόριό της με αυτή την ταινία , αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω στους καθιερωμένους ρόλους, αφού η ταινία δεν πήγε καλά εισπρακτικά. Λέγεται, ότι ένας από τους λόγους που απέτυχε εισπρακτικά, ήταν γιατί πολλοί θεατές βγαίνοντας από τον κινηματογράφο, μαρτυρούσαν στους επόμενους "Μην δείτε την ταινία, γιατί η Αλίκη στο τέλος πεθαίνει!".
Ο Σταύρος Ξαρχάκος, στα 22 του μόλις χρόνια, αντικαθιστά τον Μάνο Χατζιδάκι στη σύνθεση της μουσικής και των τραγουδιών της ταινίας.
Τα τραγούδια ερμηνεύονται αρχικά από τη Ζωή Φυτούση και όχι από την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία όμως 10 χρόνια αργότερα θα τα ηχογραφήσει ξανά με τη δική της φωνή.
Η ταινία έχει αποκατασταθεί ψηφιακά σε HD και είναι διαθέσιμη από την Φίνος Φιλμ.
"Το Ταξίδι": Αλίκη Βουγιουκλάκη & Νίκος Κούρκουλος
Πηγή: istosingreece.blogspot.com, Ιούλιος 2009
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη δεν ταυτίστηκε ποτέ με τις εικόνες που κατείχαν άλλες πρωταγωνίστριες της εποχής. Δεν ήταν αντράκι όπως η Μαίρη Χρονοπούλου, ούτε σεξοβόμβα όπως η Ζωή Λάσκαρη και η Χλόη Λιάσκου, δεν υποδύθηκε ποτέ την ωραία, σύγχρονη, μοντέρνα και απελευθερωμένη γυναίκα, όπως η Έλενα Ναθαναήλ, ούτε φυσικά τη μητρική αλλά και θεότρελη ώριμη γυναίκα όπως η Ρένα Βλαχοπούλου.
Φτιάχνοντας τη μύτη της και ξανθαίνοντας το μαλλί της η Αλίκη Βουγιουκλάκη γνώριζε καλύτερα από τον κάθε παραγωγό, σκηνοθέτη ή ιμπρεσσάριο της εποχής ότι όχι μόνο δεν αποξένωνε το κοινό της αλλά ότι ταυτιζόταν μαζί του. Και πιο συγκεκριμένα με τα όνειρα και τις φαντασιώσεις του.
Τα κορίτσια ήθελαν να είναι θυγατέρες εφοπλιστών ή καπετάνιων σαν τον Δ.Παπαγιαννόπουλο και τον Λ.Κωσταντάρα, ήθελαν να παντρευτούν τον Α.Αλεξανδράκη, τον Α.Μπάρκουλη ή τον Δ.Παπαμιχαήλ. Ήθελαν να κυκλοφορούν με ακριβά κάμπριο και να φλερτάτουν ξέφρενα τον ωραίο καθηγητή τους χορεύοντας τουίστ. Η πραγματικότητα για πολλές από τις θαυμάστριες της ηθοποιού ήταν ταυτόσημη με μισθούς εργατριών και με γάμους καταδικασμένους από τη φτώχια.
Συνεπεία αυτών δεν είναι δύσκολο να αντιληφθείς γιατί το καλύτερο κινηματογραφικό δραματικό πόνημα της ηθοποιού ήταν καταδικασμένο από την αρχή. Κανείς δεν ήθελε να δει την Αλίκη ως φτωχή εργάτρια καταδικασμένη στο μαρασμό που επιβάλλει η οικονομική μιζέρια του μεροκάματου.
Παρόλ’αυτά ο Φιλ.Φίνος ήταν τόσο ικανοποιημένος από την συνεχή εμπορική επιτυχία της πρωταγωνίστρια του μετά τις ταινίες ‘Το Ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο’, ‘Το Κλωτσοσκούφι’, ‘Μανταλένα’, ‘Η Αλίκη στο Ναυτικό’, ‘Η Λίζα και η άλλη’ ώστε πείστηκε να χρηματοδοτήσει την μεγάλη στροφή της σε πιο δραματικούς και απαιτικούς ρόλους και εξασφάλισε για το εγχείρημα του ως σκηνοθέτη τον Ντίνο Δημόπουλο, ως σεναριογράφο τον Βαγγέλη Γκούφα και ως συνθέτη τον Σταύρο Ξαρχάκο. Ο Ντίνος Δημόπουλος καταφέρνει να χαλιναγωγήσει και τα νάζια και τον ναρκισσισμό της πρωταγωνίστριας του με εξαιρετική επιτυχία. Δίπλα της ο Νίκος Κούρκουλος γνωρίζει ότι ο ρόλος του δεν περιορίζεται σε διαλόγους ηθικολογίας και αρρενωπότητας και χειρίζεται το σενάριο με το σεβασμό που του αξίζει. Στις σκηνές όπου ομολογεί τα όνειρα του για την αγορά μιας μοτοσυκλέτας στην Μαρίνα, ο Νίκος Κούρκουλος απελευθερώνεται και έχει την γοητεία ενός ερωτευμένου έφηβου. Σε δεύτερους ρόλους η νικημένη από τη ζωή αδελφή της Μαρίνας (Μαργαρίτα Λαμπρινού) είναι συγκλονιστική. Ιδιαιτέρως όταν ξεστομίζει τα αποχαιρετιστήρια λόγια στην αδελφή της στο φινάλε της ταινίας δείχνει το εύρος και τη δυναμική της ως ηθοποιός και η Λιλύ Παπαγιάννη χειρίζεται με τέτοια ειλικρίνεια το πιο αβανταδόρικο ρόλο ώστε την αντιπαθείς ακαριαίως. Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος, ηθοποιός μιας ανώτατης τάξης, ενσαρκώνει τέλεια το αποτρελλαμένο και απομονωμένο Μανώλη, τον παροπλισμένο ναυτικό που φουσκώνει το μυαλό της Μαρίνας με ταξίδια σε εξωτικά λιμάνια και άγνωστους κόσμους. Αυτούς του ηθοποιούς πλαισιώνουν οι Σμάρω Στεφανίδου, στον ρόλο της μικροαστής και αναίσθητης σπιτονοικοκυράς, Τζόλυ Γαρμπή, Γιώργος Τσιτσόπουλος, Σαπφώ Νοταρά, Μήτσος Λυγίζος, Αλίκη Ζωγράφου, Αθανασία Μουστάκα, Δέσποινα Στυνιαλοπούλου και Ζωή Φυτούση που ερμηνεύει το ένα από τα δύο τραγούδια της ταινίας με τίτλο ‘Τα δάκρυα μου είναι καυτά’.
Η ωριμότητα ενός ταλέντου
Πηγή: Ειρήνη Καλκάνη, Εφημερίδα "Απογευματινή", Δεκέμβριος 1962
Η επιτυχία μιας ταινίας της Αλίκης Βουγιουκλάκη στηρίζεται κατά κύριο λόγο σ΄αυτή την ίδια: κάτι ξέρει το κοινό που τόσο πιστά ακολουθεί την Αλίκη όπου και να βρίσκεται, όπου και να παίζει – στη σκηνή ή στην οθόνη. Είχε αρχίσει να γοητεύει το κοινό αυτό με τα ωραία νιάτα της, με την κοριτσίστικη χάρη και τη δροσιά της. Μια ταινία όπου έπαιζε η Αλίκη, ήταν σαν ανοιχτό παράθυρο σε περιβόλι. Κάτι δροσερό και καθαρό κυριαρχούσε στην οθόνη, κάτι που ήταν τόσο ευχάριστα διαφορετικό από τους συνήθεις «βούρκους» και τις «αμαρτίες» του ελληνικού κινηματογράφου. Σήμερα, κοντά σ΄όλα αυτά, κυριαρχεί κι ένα άλλο στοιχείο: η ωριμότητα ενός ταλέντου.