Ένας νεαρός καθηγητής προσλαμβάνεται δοκιμαστικά ως φιλόλογος σε ένα ιδιωτικό σχολείο θηλέων και έρχεται αντιμέτωπος με τα κακομαθημένα πλουσιοκόριτσα. Μια όμορφη μαθήτρια, η Λίζα Παπασταύρου, ταλαιπωρεί διαρκώς τον νεοφερμένο καθηγητή και εκείνος αναλαμβάνει – πάντα με την άδεια του λυκειάρχη – να την συμμορφώσει. Όσο η Λίζα προσπαθεί να εκδικηθεί τον νεαρό καθηγητή με διάφορα σκαρφίσματα, τόσο μπαίνει απρόσμενα ο έρωτας ανάμεσά τους, περιπλέκοντας την κατάσταση.
Η επιτυχία της ταινίας ήταν τεράστια. Μέσα στην καρδιά του χειμώνα, άνοιξαν ακόμα και θερινοί κινηματογράφοι υπό βροχή (!) για να εξυπηρετήσουν το διψασμένο για θέαμα κοινό. Ίσως είναι η περισσότερο ειδωμένη ταινία όλων των εποχών στην Ελλάδα, μια και υπολογίζεται πως την είδαν πάνω από δέκα εκατομμύρια Έλληνες στα δέκα πρώτα χρόνια προβολής της, καθώς και αμέτρητοι στα 54 χρόνια προβολής της από την τηλεόραση.
Το 1960, η ταινία βραβεύτηκε στο Α' Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ως μία από τις τρεις καλύτερες Ελληνικές ταινίες της πενταετίας 1955 – 1960 μαζί με τον «Δράκο» του Κούνδουρου και τη «Στέλλα» του Κακογιάννη. Η ταινία επίσης εκπροσώπησε την Ελλάδα στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Εδιμβούργου τον Άυγουστο του 1961, με τον τίτλο "Maidens Cheek" (Μάγουλα Κοριτσιών).
Πρόκειται για την πρώτη ταινία του Σακελλάριου, στην οποία πρωταγωνιστεί η Αλίκη. Μάλιστα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων προέκυψαν κάποια προβληματα μεταξύ τους, που χρειάστηκε η παρεμβολή του Φίνου για να λυθούν.
Η ταινία αποτελεί και την πρώτη συνεργασία της Αλίκης με το Μάνο Χατζιδάκι, τον οποίο είχε γνωρίσει από τον Μάριο Πλωρίτη, στο πατάρι του Λουμίδη (καλλιτεχνικό στέκι της εποχής). Όταν εκλήθη ο Μάνος Χατζιδάκις να γράψει τη μουσική για τα τραγούδια της ταινίας στους ρυθμούς της τσα-τσα-τσα, δε γνώριζε καθόλου το μουσικό αυτό είδος. Για αυτό τον λόγο, ζήτησε να ακούσει κάποιες άλλες παρόμοιες επιτυχίες της εποχής κι έτσι βγήκανε οι μοναδικές αυτές μελωδίες. Τα δύο τραγούδια της ταινίας, «Το Γκρίζο Γατί» (γνωστό ως «νιάου βρε γατούλα») και «Έχω ένα Μυστικό» κυκλοφόρησαν σε signles και έγιναν ανάρπαστα, πουλώντας κοντά στα 100.000 αντίτυπα, γεγονός το οποίο αποτελεί σταθμό στην ελληνική δισκογραφία, αφού απονεμήθηκε ο πρωτος χρυσός δίσκος στην Ελλάδα από τον διευθυντή της ολλανδικής δισκογραφικής εταιρίας «Philips». Τα γυρίσματα του τραγουδιού «Γκρίζο γατί» διήρκησαν τρεις μέρες στον Σχοινιά και στη συνέχεια αποτέλεσε τον «ύμνο» για τα παιδιά των επόμενων γενιών.
Φήμες λένε ότι ο Αλέκος Σακελλάριος πρόοριζε αρχικά το ρόλο του αυστηρού καθηγητή Φλωρά στον Δημήτρη Χόρν - καθηγητή της Αλίκης Βουγιουκλάκη στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου - ο οποίος όμως αρνήθηκε.
Η ταινία έχει αποκατασταθεί ψηφιακά σε HD και είναι διαθέσιμη από την Φίνος Φιλμ.
Μια παραγωγή που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τις ξένες
Πηγή: Κώστας Σταματίου, Εφημερίδα "Η Αυγή", Νοέμβριος 1959
Είναι μία ταινία δροσερή, διασκεδαστική, φτιαγμένη πάνω σε δοκιμασμένη συνταγή, και σίγουρα θ΄αρέσει στο πλατύ κοινό. Το θέμα της, βέβαια, κάθε άλλο παρά πρωτότυπο είναι: ιστορία του φτωχού νεαρού καθηγητή, που «συμορφώνει» τις κακομαθημένες μαθήτριες του αριστοκρατικού κολλεγίου και στο τέλος- ή μάλλον, μετά το «τέλος»- παντρεύεται την πιο όμορφη, πιο πλούσια και πιο σκάνταλη ανάμεσά τους. Μεταφέροντάς το στην οθόνη, ο Σακελλάριος άπλωσε το θέμα στο χώρο (εκδρομή στο βουνό κ. α. ) και τόνισε τη «διδακτική» πλευρά, με εύκολες παραινέσεις προς τους πλούσιους να παραδειγματιστούν από τους «τίμιους φτωχούς» κ.λπ.
Κινηματογραφικά, η δουλειά των στούντιο της «Φίνος» είναι άψογη: ωραίες φωτογραφίες και γρήγορο, ταιριαστό στο ρυθμό της κωμωδίας μοντάζ του Ντίνου Κατσουρίδη, ήχος απόλυτα συγχρονισμένος, λαγαρός, που αναδείχνει την ευχάριστη μουσική και τα κεφάτα τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, μια αίσθηση γενικής κινηματογρφικής άνεσης και τεχνικής αυτοκυριαρχίας. Χρειάζεται να το πούμε ακόμη μία φορά; Η παραγωγή της «Φίνος Φιλμ» δεν έχει τίποτε να ζηλέψει τεχνικά από την οποιαδήποτε ξένη. […] Κατ΄ευτυχή σύμπτωση, όλοι τους παίζουν με πολύ κέφι. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη έχει περίσσια ζωντάνια, πληθωρικό μπρίο, ακτινοβολεί από νιάτα.
Αποκάλυψη της ταινίας είν΄ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, που κάθε νέα του εμφάνιση είναι κι ένα βήμα προς τα εμπρός. Ερμηνεύει λιτά, συγκρατημένα, μ΄αληθινή μαεστρία και πειστικότητα τον εξαιρετικά δύσκολο ρόλο του νεαρού καθηγητή. Εύγε του! Θαυμάσιος γυμναστής ο Ορέστης Μακρής: ένα υπόδειγμα φυσικότητος. Έπαινοι αξίζουν ακόμη στους Δ. Παπαγιαννόπυλο, Χρ. Τσαγανέα, Μαρίκα Κρεββατά. Χαριτωμένες μαθήτριες οι Άννυ Παπακωσταντίνου, Μπέμπα Κούλα, Άννα Ματζουράνη κ.α. Γενικά, μία ευχάριστη και τεχνικά άρτια κωμωδία.