Αφιερώματα #remembering (6)
Το 1959, η Μεγάλη Κυρία της ελληνικής δημοσιογραφίας, Ελένη Βλάχου, «βαφτίζει» με την πένα της την νεαρή δημοφιλή ηθοποιό, Αλίκη Βουγιουκλάκη, σε Εθνική Σταρ. Ο τίτλος αυτός της ανήκει δικαιωματικά για πάντα. Κατοχυρώθηκε στη μυθολογία του ελληνικού κινηματογράφου και στη συνείδηση όλων των Ελλήνων, ανεξαρτήτου φύλου και ηλικίας, χτίζοντας μια προσωπικότητα-σύμβολο που ξεπέρασε τον όρο του διαχρονικού και μετατράπηκε σε είδωλο. Αυτή ήταν η Αλίκη.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα από αστική οικογένεια. Η μητέρα της προέρχονταν από το γένος του τέως πρωθυπουργού, Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, ενώ ο πατέρας της ήταν δικηγόρος. Μισή Κρητικιά και μισή Μανιάτισσα. Έχασε τον πατέρα της σε μικρή ηλικία, όταν εκτελέστηκε κατά τα Δεκεμβριανά. Η μητέρα της μαζί με τα δύο μικρότερα αδέλφια της δυσκολεύτηκαν πολύ εκείνα τα χρόνια, αλλά έμειναν ενωμένοι και αγαπημένοι σε μια μικρή μονοκατοικία στο Μαρούσι.
Από μικρή, η Αλίκη είχε ηγετικές τάσεις, ήταν καλή μαθήτρια και ξεχώριζε σε όλες τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες του σχολείου της. Το 1952, μόλις ολοκλήρωσε το Γυμνάσιο Αμαρουσίου, έδωσε κρυφά εξετάσεις στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πέρασε. Συμφοιτητές της ανάμεσα σε άλλους, ήταν η Τζένη Καρέζη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, ενώ μεγάλος δάσκαλος και μέντοράς της ήταν ο Αλέξης Σολωμός. Το 1955 αποφοίτησε μεν αλλά με «Λίαν Καλώς» δε, καθώς ένα μέλος της κριτικής επιτροπής κατά τη διάρκεια των πτυχιακών εξετάσεων της στέρησε το «Άριστα». Ήταν ο Δημήτρης Χορν. Αυτό, όμως, όχι μόνο δεν εμπόδισε καθόλου την μετέπειτα πορεία της, αλλά την πείσμωσε περισσότερο.
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ
Φοιτήτρια ακόμα, κάνει το θεατρικό της ντεμπούτο στο έργο «Κατά Φαντασίαν Ασθενής» του Μολιέρου, με τον μικρό ρόλο της Λουιζόν. Ένα χρόνο πριν αποφοιτήσει από την Δραματική Σχολή, κλήθηκε επειγόντως στον Εθνικό Κήπο για να αντικαταστήσει την Άννα Συνοδινού στο έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με ειδική άδεια από το Εθνικό Θέατρο. Παρά τις απαιτητικές συνθήκες, η Αλίκη κέρδισε τις εντυπώσεις. Ακολούθησαν συνεργασίες με κορυφαίους θεατρικούς θιάσους μέχρι να γνωρίσει τον Φίνο, το 1958. Μια γνωριμία, που άλλαξε τα δεδομένα του ελληνικού κινηματογράφου και σηματοδότησε μια ολόκληρη εποχή.
Το 1961 γίνεται θιασάρχης, κάνει περιοδείες και το 1962 ανεβάζει μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι το έργο του Τζώρτζ Μπερνάρντ Σω «Καίσαρας και Κλεοπάτρα» στο θέατρο Ρεξ. Μια τολμηρή εμφάνιση, με την Αλίκη μελαχρινή στο ρόλο της Κλεοπάτρας, που δεν είχε όμως την αναμενόμενη επιτυχία. Συνέχεια είχαν πλήθος παραστάσεων όπως «Χτυποκάρδια στο Θρανίο» του Σακελλάριου, «Μια Κυριακή στη Νέα Υόρκη» του Κράσνα, «Πειρασμός» του Ξενόπουλου, «Τόπο στα Νιάτα» του Φοντόρ και πολλές ακόμα.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70, με την σταδιακή κάμψη του ελληνικού σινεμά και τον θάνατο του Φίνου, η Αλίκη αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στο θέατρο, ανεβάζοντας πάνω από 53 θεατρικά έργα, φέρνοντας στην Ελλάδα το νέο ρεύμα των μιούζικαλ-υπερπαραγωγών, με παραστάσεις όπως «Ωραία μου Κυρία» του Μπερνάρντ Σω, «Καμπαρέ» του Μάστεροφ, «Καμπίρια» του Σάιμον, «Εβίτα» των Ράις και Γουέμπερ, «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» του Ράσελ, με τελευταία της παράσταση στις 28 Απριλίου 1996, με το έργο «Η Μελωδία της Ευτυχίας» των Ρότζερ και Χάμερσταϊν.
Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Το 1954 και ενώ φοιτούσε ακόμα στην Δραματική Σχολή, η Αλίκη πήρε συγκυριακά τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο στον κινηματογράφο με την ταινία «Το Ποντικάκι», όταν ο Νίκος Τσιφόρος έψαχνε για πρωταγωνίστρια αφού η Έλλη Λαμπέτη αρνήθηκε να παίξει. Η παρθενική της εμφάνιση στο σινεμά δεν ικανοποίησε, όμως, την νεαρή Αλίκη και στράφηκε στο θέατρο, μέχρι την επόμενη χρονιά, όπου αποφάσισε να τολμήσει ξανά με την βουκολική ταινία «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» του Ντίμη Δαδήρα. Συνέχεια είχε το «Κορίτσι με τα Παραμύθια» (1956), πλάι στον σταρ της εποχής Αλέκο Αλεξανδράκη, ο οποίος δέχτηκε μάλιστα να μπει το όνομα του μετά το δικό της, λέγοντας χαρακτηριστικά «Οι κυρίες προηγούνται».
Η Αλίκη, με αξιοσημείωτο πείσμα και αυτοπεποίθηση αρχίζει να χτίζει στρατηγικά τον μύθο της. Ήξερε κάθε στιγμή ποια πόρτα έπρεπε να χτυπήσει και με ποιόν τρόπο, αλλά δεν είχε καταφέρει ακόμα να περάσει την πόρτα της «Ρόλς Ρόις» της ελληνικής κινηματογραφίας, όπως την αποκαλούσαν, της Φίνος Φιλμ. Όταν ήρθε η ώρα να την καλέσει ο Φίνος στο γραφείο του για να της προτείνει τον ρόλο μιας ανιψιάς στην ταινία «Η Θεία από το Σικάγο», εκείνη απάντησε προς έκπληξή του «Δεν είμαι κάπως μικρή για θεία;», θεωρώντας δεδομένο ότι θα έπαιζε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Φίνος εξοργισμένος την έδιωξε τότε από το γραφείο του, αντιδρώντας έντονα στην έπαρση της νεαρής Αλίκης. Αυτή η ατυχής στιγμή θα μπορούσε να της κοστίσει πολλά, αλλά η μεγάλη επιτυχία της «Μουσίτσας» του Γιάννη Δαλιανίδη με τη νεολαία να τραγουδά όπου σταθεί και όπου βρεθεί το τραγούδι «Ρικοκό», έπεισαν τον Φίνο να της δώσει άλλη μια ευκαιρία. Έτσι γεννήθηκε η «Αστέρω» του Παύλου Νιρβάνα με σκηνοθέτη τον Ντίνο Δημόπουλο και την Αλίκη να πρωταγωνιστεί δίπλα στον νεαρό τότε Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Τον Φεβρουάριο του 1959, η σπουδαία τότε εκδότρια Ελένη Βλάχου ανακηρύσσει την Αλίκη «Εθνική Σταρ», δίνοντας της το διαβατήριο για μια παραμυθένια καριέρα.
Μετά από αυτή την σημαντική αναγνώριση, έρχεται και ο δημοφιλέστερος ρόλος της καριέρας της για να επιβεβαιώσει τον τίτλο. Ο Σακελλάριος με τον Φίνο ενώνουν ξανά την Αλίκη με τον Δημήτρη και δημιουργούν το «Ξύλο Βγήκε από τον Παράδεισο», δίνοντας έναν αέρα ανεμελιάς, φρεσκάδας και αισιοδοξίας, με την Αλίκη να υποδύεται την σκανδαλιάρα, χαριτωμένη και σκερτσόζα μαθήτρια – ένα στυλ που θα εξελιχθεί σε μανιέρα για τις νέες ηθοποιούς, με τεράστια απήχηση στον θηλυκό νεαρόκοσμο. Η θρυλική αυτή η ταινία σηματοδοτεί και την πρώτη της συνεργασία με τον Μάνο Χατζιδάκι, με τα τραγούδια του «Ροζ Γατί» και «Έχω ένα Μυστικό» να περνούν στην ιστορία.
Οι ταινίες που γυρίζει στη συνέχεια με τη Φίνος Φιλμ σπάνε κυριολεκτικά τα ταμεία, σφραγίζοντας την ανωτερότητα και την κυριαρχία της εταιρίας, με την Αλίκη να μεταμορφώνεται σε είδωλο και να εκτοξεύει την καριέρα της. Το καλοκαίρι του 1960, όλο το επιτελείο της Φίνος μεταφέρεται στο νησί της Αντιπάρου για τα γυρίσματα της «Μανταλένας», με σκηνοθέτη τον Ντίνο Δημόπουλο. Σύμφωνα με την ίδια, ήταν από τα πιο απαιτητικά αλλά και πιο ευτυχισμένα καλοκαίρια της ζωής της. Οι κόποι αποδίδουν και η Αλίκη κερδίζει το βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ακολούθησαν μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, όταν το 1962 αποφασίζει να παίξει τον πρώτο της δραματικό ρόλο στο πανί με την ταινία «Το Ταξίδι» πλάι στον Νίκο Κούρκουλο. Το κοινό δεν αντέδρασε πολύ ζεστά γιατί είχε συνδυάσει την Αλίκη με χαρούμενους και δροσερούς ρόλους, αλλά η ερμηνεία της ήταν αδιαμφισβήτητα εξαιρετική.
Η Αλίκη έχει ήδη κερδίσει το πανελλήνιο και βάζει πλώρη για διεθνή καριέρα. Πείθει τον Φίνο να γυρίσουν μια ταινία εξ ολοκλήρου στην αγγλική γλώσσα, στα πρότυπα της «Μανταλένας», αλλά αυτή τη φορά γυρισμένη στην Ίο. Με ξένο επιτελείο και όλους τους κατοίκους του νησιού να συμμετέχουν ως κομπάρσοι, δημιουργείται μια πολύ δαπανηρή παραγωγή με τίτλο «Aliki My Love» (1964). Η Αλίκη, πιο φρέσκια όσο ποτέ, ερμηνεύει την Aliki σε άπταιστα αγγλικά, με τον νεαρό Jess Conrad στο πλευρό της και τον Μάνο Χατζιδάκι να συνθέτει μοναδικά τραγούδια για την ταινία. Παρά τις μεγάλες προσδοκίες και τις λαμπερές πρεμιέρες στο εξωτερικό, η ταινία δεν αγγίζει το κοινό. Λίγες μέρες μετά, κατεβαίνει από τις αίθουσες και δεν εμφανίζεται ποτέ ξανά. Λέγεται ότι ήταν παράκληση της Αλίκης προς τον Φίνο να την «θάψει», λόγω της εμπορικής της αποτυχίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία ήταν όντως «θαμμένη» στο αρχείο της Φίνος Φιλμ μέχρι το 2020, όπου και αποκαταστάθηκε ψηφιακά με στόχο να προβληθεί ξανά ύστερα από μισό αιώνα. Συνέχεια είχε «Το Δόλωμα», το 1964 όταν ο Φίνος της είπε να πάει στους μεγαλύτερους οίκους της Ιταλίας και να αγοράσει ό,τι επιθυμεί για τις ενδυματολογικές απαιτήσεις της ταινίας.
Η επόμενη τετραετία 1964 – 1967 βρίσκει την Αλίκη εκτός Φίνος Φιλμ, αφού είχε κλείσει συμβόλαιο με την Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης με περισσότερα χρήματα, γυρίζοντας ταινίες όπως «Η Σωφερίνα», «Η Κόρη μου η Σοσιαλίστρια», «Διπλοπενιές» και άλλες. Το 1967 η Αλίκη κάνει τρεις ταινίες με την εταιρία Καραγιάννης-Καρατζόπουλος, με το «Πιο Λαμπρό Αστέρι» να κερδίζει κολακευτικές κριτικές.
Το 1968 επιστρέφει στην αγκαλιά του Φίνου, μαζί με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, και ο Φίνος τους τάζει μεγάλες επιτυχίες, που όντως πραγματοποιεί. Η «Αρχόντισσα και ο Αλήτης» σπάει τα ταμεία, κατατάσσοντας την ως την εμπορικότερη όλων των εποχών μέχρι τότε. Το 1970 εγκαινιάζει τα υπερ-σύγχρονα για την εποχή στούντιο της Φίνος Φιλμ στα Σπάτα, με την ταινία «Ένα Αστείο Κορίτσι» με σκηνοθέτη τον αδελφό της Τάκη Βουγιουκλάκη, ενώ την ίδια χρονιά έρχεται ο θρίαμβος της ταινίας «Υπολοχαγός Νατάσσα», που έμεινε στην ιστορία ως την εμπορικότερη ταινία της ελληνικής κινηματογραφίας.
Την δεκαετία του ’70 η Αλίκη αναζητά κόντρα ρόλους, που θα την ωριμάσουν ακόμα περισσότερο τόσο υποκριτικά όσο και ιδεολογικά. Στην καρδιά της χούντας, το 1972, αποφασίζει να περάσει τα δικά της αντιδικτατορικά μηνύματα, με την ταινία «Η Αλίκη Δικτάτωρ» που ακόμα και ο τίτλος της προκαλεί. Η τελευταία της κινηματογραφική εμφάνιση στην Φίνος Φιλμ γίνεται στην «Μαρία της Σιωπής», το 1972, ενσαρκώνοντας με επιτυχία μια νεαρή κωφάλαλη, που καμία άλλη ηθοποιός δεν είχε τολμήσει μέχρι τότε να αγγίξει ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.
Ακολούθησαν μόνο δύο ακόμα εμφανίσεις της στον κινηματογράφο, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, αφού με τον θάνατο του Φίνου το 1977 «πέθανε» και η χρυσή εποχή του σινεμά στην Ελλάδα. Η Αλίκη είχε ταραχτεί πολύ με τον θάνατο του Φίνου, λέγοντας «Έχασα για δεύτερη φορά τον πατέρα μου. Γιατί ο Φίνος για μένα έτρεφε πατρικά αισθήματα και με καθοδηγούσε πάντα».
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΖΩΗ
Παντρεύτηκε τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ το 1965 στους Δελφούς και τρία χρόνια αργότερα έμεινε έγκυος κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων «Η Δασκάλα με τα Ξανθά Μαλλιά». Η ταινία διακόπηκε και συνεχίστηκε μετά την γέννηση του μικρού τους γιού Γιάννη το 1969. Ο γάμος τους έληξε το 1975.
Το 1977 γνώρισε τον επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη και έζησε μια δυνατή σχέση που την ισορρόπησε πολύ. Παντρεύτηκαν κρυφά στις αρχές του 1982, αλλά η απόσταση του συζύγου της από τα παιδιά του που ζούσαν στην Κύπρο, τους ανάγκασε να χωρίσουν οριστικά δύο χρόνια αργότερα.
Ακολούθησε μια μακρόχρονη σχέση με τον Βλάσση Μπονάτσο και το 1987 γνώρισε και ερωτεύτηκε τον ηθοποιό Κώστα Σπυρόπουλο, με τον οποίο έμεινε μαζί μέχρι το τέλος της ζωής της το 1996.
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Το 1960 κέρδισε το βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, για την ερμηνεία της στην «Μανταλένα».
Το όνομά της φέρουν δρόμοι στην Λάρισα, στο Ηρακλείο Κρήτης και στην Κύπρο.
ΘΑΝΑΤΟΣ
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη άφησε την τελευταία της πνοή τον Ιούλιο του 1996, μετά από μάχη με καρκίνο στο πάγκρεας. Σε μια συνέντευξή της είχε πει «Δεν θέλω να πεθάνω γριά, άσχημη και ξεχασμένη». Έφυγε όπως ήθελε τελικά.
Αποφθέγματα #quotes
«Ο κινηματογράφος ήταν ο μεγάλος μου έρωτας, αλλά η ουσιαστική μου αγάπη ήταν πάντα το θέατρο.»
«Δεν πιστεύω ότι ο άνθρωπος φεύγει και τελειώνει. Πιστεύω πως κάποτε επανέρχεται, ζει, δημιουργεί, ανανεώνεται μέσα από ένα αιώνιο παιχνίδι της ζωής και του θανάτου.»
«Την καριέρα μου την οφείλω πάνω από όλα στην Αλίκη. Ο Φίνος όμως με έκανε σταρ.»
Ταινίες με την FF