Βασίλης Γεωργιάδης
Γέννηση: | 12 Αυγούστου 1921 |
Θάνατος : | 30 Απριλίου 2000 |
Ιδιότητα: | Ηθοποιός, Σκηνοθέτης |
Ταινίες με FF: | 3 |
Απλός, σεμνός και τελειομανής, ο Βασίλης Γεωργιάδης ανανέωσε τον ελληνικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 60, με μια ιδιαίτερη σκηνοθετική δεξιοτεχνία, κατακτώντας τον τίτλο του «δάσκαλου», παράλληλα με το σεβασμό και την αναγνώριση, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
Γεννήθηκε το 1921 στα Δαρδανέλια της Μικράς Ασίας, σε μια ταραγμένη για τον Ελληνισμό εποχή. Η οικογένεια θα καταφτάσει την επόμενη χρονιά, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, στο Ξυλόκαστρο. Εκεί, θα περάσει τα παιδικά του χρόνια και θα μαγευτεί από τη σκοτεινή αίθουσα και τις κινούμενες εικόνες που προβάλλονταν στο πανί.
Αρχικά, και μετά από πίεση της οικογένειας του, αναγκάζεται να σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αλλά η αγάπη του για τον κινηματογράφο παρέμενε. Έτσι, συνέχισε τις σπουδές στην Ακαδημία Κινηματογραφικών Σπουδών του Σταυράκου, από όπου αποφοίτησε το 1951 και ξεκίνησε αμέσως τη δημιουργική του πορεία.
Ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Τα πρώτα του βήματα στον κινηματογράφο έγιναν ως βοηθός σκηνοθέτη σε σπουδαίες ταινίες, όπως «Χαμένοι Άγγελοι» (1948), «Νεκρή Πολιτεία» (1951), «Χαρούμενο Ξεκίνημα» (1954), και πολλές ακόμα. Με αυτό τον τρόπο, έθεσε τις βάσεις για την επαγγελματική του πορεία στο σινεμά και παρά τη μακρά συνεργασία του με τον Φίνο, δεν ακολουθεί την πεπατημένη. Την ώρα που συνεχίζει να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη, γυρίζει την πρώτη του ταινία «Οι Άσσοι του Γηπέδου», με χρηματοδότηση φίλων του και σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή ταινία με στοιχεία ιταλικού νεορεαλισμού, στην οποία έπαιζαν αληθινοί ποδοσφαιριστές, αλλά και η σταρ της Τσινετσιτά, Συλβάνα Παμπανίνι. Στην ίδια ταινία συμμετείχε και ο ίδιος σαν ηθοποιός με έναν μικρό ρόλο. Η ταινία σημείωσε μεγάλη καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία το 1956, ενώ 40 χρόνια αργότερα, επαναπροβλήθηκε με τον τίτλο «Κυριακάτικοι Ήρωες» με νέο μοντάζ από τον ίδιο.
Ο Βασίλης Γεωργιάδης συνέχισε να παραμένει αδέσμευτος καλλιτεχνικά, γυρίζοντας την μια ταινία μετά την άλλη. Το κινηματογραφικό όραμα του Γεωργιάδη για την ανανέωση του ελληνικού βουκολικού είδους «φουστανέλα» και τον εμπλουτισμό του με αλλότρια στοιχεία, όπως το γουέστερν, θα ξεδιπλωθεί στην αριστουργηματική «Kρυστάλλω» (1959), με την Αντιγόνη Βαλάκου και τον Στέφανο Στρατηγό, αλλά και τις ταινίες «Φλογέρα και Αίμα» (1961) και «Κατάρα της Μάνας» (1961).
Ωστόσο, η μεγάλη καταξίωση του σκηνοθέτη ήρθε με την θρυλική ταινία «Τα Κόκκινα Φανάρια» (1963), στην οποία συνδύασε την ποίηση με τον ρεαλισμό. Η ταινία αναγνωρίστηκε διεθνώς, προτάθηκε για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών και για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, το οποίο τελικά κέρδισε με μικρή διαφορά το «Οκτώμισι» του Φελίνι.
Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και δύο χρόνια αργότερα, το 1966, με την ταινία «Tο Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο». Είναι η πρώτη ελληνική ταινία σε στυλ αμερικανικού κινηματογράφου τύπου «γουέστερν». Συνδυάζει με απαράμιλλη ομοιογένεια την ελληνική πραγματικότητα της εποχής του αγροτικού κινήματος με τη θυελλώδη δράση των αμερικανικών κινηματογραφικών υπερπαραγωγών. Κινεί διαρκώς το φακό του οπερατέρ σε διαφορετικά συνεχώς οπτικά πλάνα, ενώ συγχρόνως, ένας μεγάλος αριθμός ηθοποιών και κομπάρσων αποδίδουν με ταχύ ρυθμό τις συνεχώς εναλλασσόμενες σκηνές του ενδιαφέροντος σεναρίου. Έτσι, ο θεατής συνδέεται ψυχικά με την εξέλιξη του έργου και συμμετέχει στα πάθη των πρωταγωνιστών της ταινίας. Με τον τρόπο αυτό, η φανταστική κινηματογραφική ιστορία γίνεται ανεπαίσθητα το ζωντανό βίωμα για τον θεατή.
Όταν κάποτε στην Αμερική ένας κινηματογραφικός παραγωγός ρώτησε τον Βασίλη Γεωργιάδη: «Αλήθεια, πόσα εκατομμύρια δολάρια στοίχισε αυτό το μικρό θαύμα» ο Βασίλης Γεωργιάδης του απάντησε με ένα πικρό χαμόγελο: «Μα ούτε εκατό χιλιάδες δολάρια…». Το βουκολικό γουέστερν με τις δημιουργικές παρεμβάσεις του Γεωργιάδη και τις κοινωνικές προεκτάσεις, θα φέρει στον σκηνοθέτη τη δεύτερη υποψηφιότητά του για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, φτάνοντας ξανά στην τελική πεντάδα. Το αποτέλεσμα ήταν μια ταινία-ορόσημο για την ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Με γυρίσματα σε φυσικούς χώρους, το «ελληνικό γουέστερν» του Γεωργιάδη ήταν πλέον γεγονός. Η ταινία προβλήθηκε σε Ευρώπη και ΗΠΑ με τον τίτλο «Blood on the Land» διαγράφοντας μια ανεπανάληπτη πορεία στις σκοτεινές αίθουσες της Δύσης.
Έχοντας κατακτήσει Ελλάδα και εξωτερικό, ο Γεωργιάδης επέστρεψε στις δικές του, μικρότερες παραγωγές, θέλοντας και πάλι την πολυπόθητη ανεξαρτησία του. Συνέχισε με μια σειρά από ταινίες όπως «Ραντεβού με μια Άγνωστο», «Η Μάχη της Κρήτης», αλλά και το τρυφερό «Kορίτσια στον Ήλιο» το 1968, μια ταινία στην οποία δεν αντιστάθηκε ούτε το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, χαρίζοντας στο φιλμ τρία μεγάλα βραβεία. Η ταινία ήταν και η επίσημη ελληνική υποβολή για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, καθώς και για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξένης Ταινίας.
Με τη διάδοση της τηλεοράσεως και μοιραίως τη συρρίκνωση της κινηματογραφικής παραγωγής, ο Βασίλης Γεωργιάδης έχει στραφεί ήδη από το έτος 1972 στη μικρή οθόνη. Έχει σκηνοθετήσει αξιόλογα έργα της ελληνικής λογοτεχνίας στην τηλεόραση, όπως «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» του Νίκου Καζαντζάκη, «Γιούγκερμαν» του Μιχ. Καραγάτση, «Οι Πανθέοι» του Τ. Αθανασιάδη, καθώς και άλλων γνωστών δημιουργών της λογοτεχνίας μας.
Συνολικά ο Βασίλης Γεωργιάδης σκηνοθέτησε πάνω από 20 ταινίες για τον κινηματογράφο – δύο εκ των οποίων της Φίνος Φιλμ («Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο», «Αγάπη για Πάντα»), ενώ συμμετείχε σαν ηθοποιός στην ταινία της Φίνος Φιλμ, «Το Λεβεντόπαιδο».
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Οι ταινίες του Βασίλη Γεωργιάδη έχουν εκπροσωπήσει τη χώρα μας επισήμως, σε πολλά ξένα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Ο ίδιος είχε προταθεί δύο φορές για την απονομή του αμερικανικού Όσκαρ για την καλύτερη ξενόγλωσση κινηματογραφική ταινία. Η πρώτη φορά όταν προτάθηκε για Όσκαρ ήταν το έτος 1964 με την ταινία του «Τα Κόκκινα Φανάρια» και η δεύτερη το έτος 1966 με την ταινία «Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο».
ΘΑΝΑΤΟΣ
Ο Βασίλης Γεωργιάδης έφυγε από την ζωή στις 30 Απριλίου 2000, ανήμερα του Πάσχα, σε ηλικία 79 ετών.
Αποφθέγματα #quotes
«Ο Φίνος με το που με είδε με συμπάθησε αμέσως. Μου είπε “Είσαι χαμογελαστός, άρα θα είσαι και καλός άνθρωπος”.»
«Όταν είδα για πρώτη φορά κινηματογραφική ταινία, έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Σκέφτηκα ότι είναι σκέτη μαγεία.»
«Η δουλειά μου δεν ήταν η τηλεόραση, αλλά ο κινηματογράφος. Όταν έπαψε το σινεμά να είναι αυτό που ήταν, έπαψα να υπάρχω και εγώ.»
Ταινίες με την FF