Ο Μεγιστάν της Έβδομης Τέχνης

finos-film-inline-logo
Συνεντεύξεις του Φιλοποίμενα Φίνου

Ο Μεγιστάν της έβδομης τέχνης

Οκτώβριος 1975, Περιοδικό “Επίκαιρα” – Δημοσιογράφος: Σούλα Αλεξάνδρου

Η ιστορία τού ελληνικού κινηματογράφου είναι η ιστορία του Φιλοπόιμενα Φίνου. Η και το αντίθετο. Αν θελήσεις να μείνεις αντικειμενικός κριτής, είναι αδύνατον να μην παραδεχθείς πως η μια περνά και γράφεται μέσα από την άλλη.

– Κύριε Φίνο μιλήστε μου για εκείνη την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, τότε που όλα έδειχθαν πως τα πράματα θα βάδιζαν έναν άλλον δρόμο, ακόμη και στον κινηματογράφο.

Ναι, ήταν μία εποχή έξαρσης και ανασυγκροτήσεως. Ελπίζαμε πως θα φτιαχθούμε, θα πάμε μπροστά. Διαψευσθήκαμε.

– Αν μετρήσουμε τα χρόνια από το ΄45 ως σήμερα έχουμε 27. Σ΄αυτό το διάστημα, που δεν είναι ευκαταφρόνητο, ο ελληνικός κινηματογράφος βάδισε το δρόμο που έπρεπε;

Παραπάνω απ΄ότι έπρεπε. Πέστε μου μια ανάλογη πορεία σε άλλη χώρα.

– Μήπως είστε επιεικής; Ο ιταλικός κινηματογράφος δημιούργησε μεταπολεμικά αριστουργήματα κι ένα κινηαμτογραφικό κίνημα που ούτε να μιμηθούμε καταφέραμε μέχρι σήμερα.

Ναι, αλλά αναρωτηθήκατε τι ήταν ο ιταλικός κινηματογράφος πριν τον πόλεμο; Και πόση κρατική βοήθεια είχε μετά; Εμείς ήματε έξη- επτά εκατομμύρια ρακένδυτοι και πεινασμένοι, χωρίς τεχνική ή πολιτιστική παράδοση. Ας μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούσαμε ήταν ήταν αυτά που οι άλλες χώρες είχαν τοποθετήσει στα μουσεία.

– Kύριε Φίνο, ας προχωρήσουμε από τα μηχανήματα στους ανθρώπους. Το έμψυχο υλικό είναι που κυρίως βαραίνει και κάνει θαύματα.

Κι αυτό ήταν χωρίς παράδοση. Ό,τι ξέραμε τα ξέραμε από ένστικτο. Ωστόσο με τον ερασιτεχνισμό δεν κάνεις θαύματα.

– Ποια ήταν όλα αυτά τα χρόνια η επίσημη κυβερνητική πολιτική απέναντι στην έβδομη τέχνη;

Ανύπαρκτη. Μόνο επί υπουργίας Μάρτη οι αρμόδιοι σταμάτησαν να γελάνε ακούγοντας για ελληνικό κινηματογράφο.

– Περάσαμε, ωστόσο, από μία περίοδο κάποιας ακμής σε μια άλλη τέλειας παρακμής. Από μια χρονολογία και ύστερα, άρχισαν οι συνταγές «κλισέ», η θεματολογική μίμηση. Εξαφανίστηκε ακόμα και η διάθεση για κάποια ποιότητα.

Δεν θα απαντήσω, γιατί θα πρέπει να θίξω συναδέλφους.

– Ας περιοριστούμε τότε στις δικές σας ταινίες. Παλαιότερα είχαν μια μικρή ή μεγάλη σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Ακόμα και τα μελό ήταν πιο κοντινά και πιο  ανθρώπινα από τις δήθεν κοινωνικές ταινίες αμερικάνικου τύπου, που στήνουν είδωλα ψεύτικα και ανεδαφικά.

Στην περίοδο που αναφέρεσθε, γύριζα μια- δυο ταινίες το χρόνο. Τώρα γυρίζω δώδεκα- δεκατρείς. Μέσα σ’ αυτές προσπαθούμε και μια- δυο καλύτερες. Χρειάζεται να τροφοδοτήσουμε τους δύο χιλιάδες πελάτες του κυκλώματος. Τα βασικά μας μόνο έξοδα φτάνουν τις 500.000 την εβδομάδα. Πως θα υπάρξουμε αν κάνουμε πειράματα με ταινίες τέχνης και χάνουμε χρήματα; Αυτό είναι δουλειά του κράτους. Ύστερα, αυτά τα σενάρια που δεν άρεσαν σε σας, άρεσαν στο κοινό.

– Σύμφωνοι. Οι προτιμήσεις του κοινού είναι φυσικό να παίζουν ρόλο καθοριστικό στην παραγωγή σας. Ωστόσο, στην διαμόρφωση της αισθητικής του κι εσείς παίξατε το ρόλο σας. Έχετε, λοιπόν, κάποιο μέρος της ευθύνης.

H ευθύνη ανήκει στο κράτος. Εκείνο θα διαμορφώση το γούστο και την αισθητική του κοινού, ξεκινώντας από την Παιδεία. Πως λέει «πάρτε εκατομύρια και φτιάχτε ξενοδοχεία». Ο δικός του ρόλος είναι εκπολιτιστικός. Εγώ είμαι επαγγελματίας. Φροντίζω να μην κάνω καμιά απάτη. Έχετε την απαίτηση να μιλήσουμε για ποιότητα όταν στην ΥΕΝΕΔ στέλνουν γράμματα και απειλούν πως θα κάνουν παρέλαση με μαύρες σημαίες αν εκτελεστή η Μαρίνα Ψάχου; Όταν αυτό είναι το κοινό, κι όταν το κράτος δεν κάνει τίποτα, γιατί θα γίνω εγώ ο «πιονέ»; Το εμπόριο είναι παντού ιδιο. Και στις γαλλικές εργατικές συνοικίες αγνοούν τον Γκοντάρ και τον Ρεναί. Μόνο που υπάρχει εκεί μια Σορβόνη, πολιτιστικό επίπεδο ανεβασμένο, αγωνία για την παιδεία.

– Και το μεράκι κύριε Φίνο; Εκείνο που σας έκανε να κατασκευάσετε σχεδόν με τα χέρια το πρώτο σας μηχάνημα; Πέθανε οριστικά, εξαφανίστηκε από τις οικονομικές ευθύνες;

Αυτό αφορά εμένα κι όχι αυτούς που θέλουν να το εκμεταλλευτούν. Σε μία εποχή που ούτε καν υπήρχε η σκέψη για ταινίες ποιότητος, εγώ γύρισα την «Νεκρή Πολιτεία». Αν δεν ήταν αριστούργημα, εν τάξει, όμως μόνο αυτή την πρόταση είχα τότε. Και την πίστεψα. Ήταν μια περίοδος που είχα χρήματα στο συρτάρι μου. Τάδωσα και τάχασα κι ούτε έβαλα μυαλό. Γύρισα τους «Παράνομους» του Κούνδουρου, μπήκα συμπαραγωγός στο «Ποτάμι» που δεν παίχτηκε ποτέ και συνέχισα με «Το πρόσωπο της Μέδουσας» που ήταν αποτυχία.

– Αυτές οι παρενθέσεις είναι η δικαίωσή σας;

Είναι παρενθέσεις ακριβά πληρωμένες.

– Ωστόσο, το οικονομικό θέμα δεν μου φαίνεται να σας ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Αλήθεια σας αποκαλούν μεγιστάνα. Είσθε;

Δεν είμαι και πραγματικά δεν με ενδιαφέρει να μαζέψω χρήματα. Ζω άνετα κι αυτό μου φτάνει, δεν έχω απογόνους, κι όσα κερδίζω πάλι στη δουλειά τα τοποθετώ.

– Σαν επιχειρηματία, άλλοι σας θεωρούν επιτυχημένο κι άλλοι αποτυχημένο. Λένε πως δεν τολμήσατε να ξανοιχθείτε στην ξένη αγορά, να απομακρυνθείτε από το κοινό της ελληνικής συνοικίας.

Επιχειρηματίας είμαι μάλλον αποτυχημένος. Πετυχημένος είμαι μόνο σαν τεχνικός. Όσο για τόλμη, είμαι συμπαραγωγός στην «Ηλέκτρα». Κέρδισα μάλιστα στο φεστιβάλ των Καννών το πρώτο βραβείο για την ποιότητα του ήχου, έχοντας συναγωνιστάς Αμερικανούς, Άγγλους και Γερμανούς. Απόπειρες έγιναν. Μόνο που για να γίνωνται συχνότερα πρέπει να αντέχει ο μπεζαχτάς. Και δεν αντέχει πάντα.

– Κύριε Φίνο, γιατί δεν γυρίσατε το «Λάθος» του Σαμαράκη; Λέτε συχνά πως δεν υπάρχουν σενάρια.

Πιστεύετε πως θα το αφήσουν να γυριστή, ακόμη και με τη ξένη εταιρία; Ύστερα μόνο το «Λάθος»; Χρόνια τώρα σκοντάφτουμε στη λογοκρισία. Το 1948 κινδύνεψα να πάω φυλακή γιατί γύρισα μια ταινία όπου γυναίκα Έλληνος αξιωματικού ερωτεύεται Γερμανό.

– Κατηγορείσθε ότι κατασκευάσατε είδωλα, σε μία χώρα που το βιοτικό και το πολιτιστικό της επίπεδο κάνει αυτούς τους μύθους επικύνδυνους και φυσικά αδόκιμους. Αυτά τα είδωλα, τώρα που ο ελληνικός κινηματογράφος περνά κρίση, στρέφονται εναντίον σας. Παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ποιότητα της παραγωγής και στο κόστος της και σας προσάπτουν την κατηγορία πως εσείς φταίτε για την καλλιτεχνική πορεία τους. Παράδειγμα η Αλίκη Βουγιουκλάκη. Νομίζω πως έλεγε κάτι σχετικό σε πρόσφατη συνέντευξή της στο περιοδικό μας. Αλήθεια, άνθρωπος έξυπνος, δεν προείδατε τους κινδύνους; Τι σας ανάγκασε να προχωρήσετε στη δημιουργία ειδώλων;

Θα αρχίσω λέγοντας τι με ανάγκασε. Η ανυπαρξία σεναρίων. Αν έχω ένα γερό σενάριο, δεν έχω ανάγκη από σταρ. Ένα μέτριο σενάριο όμως που στηρίζεται σ’ ένα σταρ θα φέρει χρήματα. Αναγκαίο κακό λοιπόν, μια και δεν γίνεται αλλιώς. Όσο για τις ευθύνες, που καταλογίζουν οι σταρ στους παραγωγούς, είναι κωμικό. Γιατί παίρνανε τα χρήματα; Εγώ είμαι έμπορος. Αυτό πουλάω. Εκείνοι που είναι καλλιτέχνες ήθελαν τα σπίτια και τα αυτοκίνητα με ξένα κόλλυβα; Κανένας πρωταγωνιστής δεν είναι υποχρεωμένος να γυρίση σενάριο που δεν του αρέσει. Και είμαι έτοιμος να δημοσιεύσω το συμβόλαιο, αν υπάρχη κάποιος που να αμφισβητή τα λόγια μου. Πρέπει κάποτε να μπουν τα πράματα στη θέση τους. Ευθύνη δεν έχουμε για τους καθιερωμένους. Άσε που στους νέους εγώ δεν επέβαλα ποτέ να γυρίσουν ταινία που δεν ήθελαν. Ας μη λένε, λοιπόν, πως τα πήραμε στο λαιμό μας τα παιδάκια. Ήξεραν τι έκαναν. Και χαίρομαι τον Κούρκουλο, γιατί είναι θαυμάσιο παιδί κι έχει το θάρρος να ομολογή πως γυρίζει ταινίες για να κάνη το θέατρο που θέλει.

– Η εταιρία σας, ωστόσο, δεν ανανέωσε το έμψυχο υλικό της. Οι ίδιοι άνθρωποι γυρίζουν, χρόνια τώρα, τις ίδιες ταινίες με τους ίδιους ηθοποιούς.

Προσπαθούμε πάντα. Δεν είναι εύκολο να βρίσκης ανθρώπους. Άλλους απορροφά η τηλεόραση, το εύκολο ψωμί, με άλλους δεν συμφωνείς. Μπήκα συμπαραγωγός στην ταινία του Αγγελόπουλου, όχι για να του κάνω χάρη, αλλά γιατί την πίστεψα. Και σκέφτηκα σαν έμπορος πως είναι μια ταινία που θα δουλέψη.

– Θα ήθελα να μιλήσουμε για τον θεατή Φίνο. Τον ιδιώτη, όχι τον παραγωγό. Τι ταινίες βλέπει, ποιες προτιμά;

Δύσκολο να απαντήσω. Θα έλθω σε αντίθεση με όσα είπα. Ωστόσο θα προχωρήσω. Κατ’ αρχήν βλέπω όλες τις ταινίες επαγγελματικά. Σαν ιδιώτης χαίρομα το «Χιροσίμα, αγάπη μου», αλλά αρνούμαι το «Πέρυσι Μαρίεμπαντ». Απολαμβάνω τον «Δράκο» του Κούνδουρου, αλλά δεν μου αρέσει η «Μέδουσα» του ιδίου. Μ΄άρεσαν ακόμη και «Οι γυμνοί στο δρόμο» που δεν δούλεψαν.

– Χαίρομαι για το θεατή Φίνο. Αλήθεια, πέστε μου, αυτά τα χρόνια, τόσοι και τόσοι πέρασαν από κοντά σας. Κάποιους θα αγαπήσατε περισσότερο. Ποιοι είναι;

Δεν μπορώ να σας απαντήσω. Θα γίνω κακός με άλλους. Ο Χορν οπωσδήποτε ήταν ένας θαυμάσιος συνεργάτης, για να πάμε στους παλαιότερους. Για τους πιο νέους, το μόνο που μπορώ να πω, είναι πως τρέφω μι αδυναμία στη Ζωίτσα. Παρά τα λάθη που μπορεί να κάνη.

– Αυτός ο κόσμος του άγχους και της ψευτιάς που σας περιβάλλει σας άφησε τελείως αλώβητο; Δεν είδα ποτέ να κάνετε κοσμικές εμφανίσεις, να κυκλοφορήτε με «αυλή» ανθρώπων, να εμφανίζεστε, έστω, έξω από το χώρο της εταιρίας σας.

Όλα αυτά δεν βρίσκω να έχουν καμιά σημασία. Δεν με έθελξαν ποτέ.

– Μένει να μιλήσουμε για την εισπρακτική κρίση που σας απειλεί. Για την τηλεόραση που λέγεται πως τη δημιούργησε. Τι θα κάνετε, ποιος είναι ο δρόμος σωτηρίας;

Κατ΄αρχήν δεν πιστεύω πως για την κρίση φταίει η τηλεόραση. Κρίση ποιότητας έχουμε. Θα ξαναπώ αυτό που είχα πει πριν από καιρό και που τόσο παρεξηγήθηκε. Ο ελληνικός κινηματογράφος βρίσκεται «εν πολλοίς» κάτω του μηδενός. Πρέπει να γυρίζουμε καλύτερες ταινίες με θέματα πιο ενδιαφέροντα, με ερμηνείες καλύτερες, πιο καλά σκηνοθετημένες. Δεν μπορούμε να ζητήσουμε να κατέβει το βιοτικό επίπεδο, για να αφήσει ο κόσμος τα κέντρα, τη βόλτα και τις ταβέρνες και να γυρίσει στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ούτε να κλείσει η τηλεόραση. Αλλά να τον τραβήξουμε με ταινίες καλύτερες.

– Και οι σταρ; Tι ρόλο παίζουν εμπορικά αυτήν την κρίσιμη ώρα;

Σχετικό. Αυτό που βαραίνει στην ταινία είναι η ιστορία. Ύστερα η σκηνοθεσία και μετά ο ηθοποιός. Βοηθά κι αυτός όταν βοηθιέται. Μια ταινία καλή, χωρίς εμπορικό όνομα, θα δουλέψει. Μια κακή ταινία, όσο εμπορικός κι αν είναι ο πρωταγωνιστής, δεν θα δουλέψει. Είναι κάτι απλό και απόλυτα σωστό.